Τετάρτη

Δεν σε άφησα μόνο πως τολμάς να το πεις αυτό....... μέρος 2ο....



3.

όλη η μέρα τους αφιερώθηκε σα να μην υπήρχε δεύτερη σα να μην υπήρχε αύριο ήταν τα απαιτητικά του μάτια και τα ακόμα πιο απαιτητικά του δάχτυλά που έλιωσαν τις αντιστάσεις τις, Το επόμενο πρωί που εκείνη ξύπνησε ήταν διπλά της και την  κοιτούσε....<< έμεινες>>  είπε όταν τον είδε,<< πως θα μπορούσα να μην;>> τα χέρια του μπλέχτηκαν τρυφερά στα μαλλιά της και εκείνη γεφύρωσε την απόσταση που πλέον τους χώριζε δυ χείλη που αντιδρούσαν  πρωτόγονα σχεδόν  παρθένα στο άγγιγμα του και   όλα εκείνη της θυμισαν ποια ήταν όταν ήρθε σε αυτήν την όλη κυνηγώντας μια σπουδαία φοιτητική ζωή και τον έρωτα.<<Που να σουν τόσα χρόνια; που ήσουν;>> είπε εκείνος που τα μάτια του την κοίταζαν επίμονα και  απολογητικά λες και εκείνος έφταιγε που δεν είχαν βρεθεί τόσα χρόνια,<<Στην Ελλάδα>> απάντησε και αμέσως με το που είπε την λέξη το στομάχι της δεθηκε κόμπος Ελλάδα, Ελλάδα Ελλάδα. θα έπρεπε να γυρίσει πίσω εκεί όπου άνηκε στην χώρα της σε 13 μέρες απο την ώρα εκείνη σηκώθηκε και αφού φόρεσε τα ρούχα της έτρεξε στην εξώπορτα αφήνοντα τις φωνες του να σβήνονται πίσω από την πόρτα.Δεν ήθελε να δεθεί μαζί του θα έφευγε και μετά; Κάτι μέσα της σκούριασε εκείνη την στιγμή και  διάβρωσε την τρυφερότητα που είχε γεννηθεί μέσα της τις τελευταίες ώρες,<<πως  να σε αφήσω όμως μου λες πως?>> παρά τα χτυπήματα του τα τηλέφωνα του οι επόμενες δυο μέρες κύλησαν μέσα στην απόλυτη σιωπή του σπιτιού της  ούτε στην σχόλη δεν πλησίασε. την τρίτη μέρα κατεβαίνοντας δειλά τα σκαλιά να βγει έξω τον πέτυχε στην εξώπορτα,μόνο που τώρα είχε αλλάξει ήταν ένας άντρας φάντασμα κουρασμένος άυπνος ένα κινούμενο ερείπιο. μόλις την είδε έτρεξε την πρόλαβε <<Τι σου συμβαίνει μου λες; γιατί έφυγες>> είπε τρέμοντας<< δεν έφυγα θα φύγω όμως σε 10 μέρες  πίσω στην χώρα μου>> << και γιατί με αποφεύγεις γιατί 10 μέρες; μόνο; γιατί;>> είπε και οι φλέβες του προσώπου του τινάχτηκαν και τα μάτια του θόλωσαν και την άφησε  από τα χέρια του << Δεν θέλω να δεθώ και μετά να φύγω εγώ νομίζεις το αντέχω το μπορώ>> πριν αποσώσει την φράση της εκείνος είχε κλείσει την πόρτα του και εκείνη ένα ράκος  έφυγε κλαίγοντας  έτρεχε   και δεν μπορούσε να καταλάβει έτρεχε για να πάει κάπου; ή για να ξεφύγει από κάπου άλλου.
4.
Ούτε είχε καταλάβει πως ήώρα είχε περάσει και είχε νυχτώσει, τα πόδια της την έφεραν στο σπίτι της οδηγούμενα απο ένστικτο και όχι απο προθυμια,  ανέβηκε τις σκάλες σαν να π΄΄ηγαινε στην εκτέλεση της. εκεί μπροστά στην πόρτα την περίμενε ο έρωτας.... καθισμένος στο χαλάκι της πόρτα και με ένα βιβλίο στο χέρι  όταν την είδε σηκώθηκε την φίλησε με εκείνα τα απαιτητικά φιλία, και τις ψιθύρισε <<όσο κρατήσει ευλογημένο να 'ναι και μην ανησυχείς όλα θα τα φτιάξουμε>> << Πολύ ποιητικό γι να είναι αληθινό δεν νομίζεις>> είπε εκείνη με ένα χαμόγελο που δεν μπορούσε να χαλιναγωγηθεί << δεν νομίζω τίποτα πια>> είπε απλά και την πήρε στα χέρια του  παίρνοντας τα πόδια της από το πάτωμα και από την στέρεη πραγματικότητα   σε έναν έρωτα που έμοιαζε σύντομος και  κρεμάμενος από μια αναποδογυρισμένη κλεψύδρα... 5 μέρες πριν φύγει εκείνος και εκείνη έκαναν όλα τα απωθημένα τους πραγματικότητα  μείναν έξω στην βροχή όλο το βράδυ  έκαναν έρωτα παντού και η ζωή τους έμοιαζε χωρίς όρια << Πόσος λίγος χρόνος μας έμεινε...>> είπε εκείνη πριν την σκεπάσει μ ένα λαίμαργο φιλί. .......................Τέταρτη βράδυ το χέρι του μπλεγμένο στο δικό της και ένα πολλά υποσχόμενο βράδυ είχε αρχίσει.....<< Σήμερα πρέπει να σου εξομολογηθώ κάτι >> της είπε και εκείνη χαμογελώντας του έδωσε το έναυσμα να ξεκινήσει <<Δεν είμαι τυχαία στο Λονδίνο ξέρεις, πριν καιρό  είχα αρραβωνιαστεί αλλά, πότε δεν ένοιωσα μαζί της τον πιο τρελό έρωτα για τον οποίο προορίστηκα, γα τον οποίο γεννήθηκα, και αποφάσισα να περάσω λίγο καιρό μακρυά από όλους και από όλα για να πάρω μια απόφασή, Αυτές οι δέκα μέρες ήταν αρκετές για να δω ΄τι για εσένα γεννήθηκα και θα γεννιέμαι κάθε μέρα....Θέλω να ζήσω μαζί σου μια ζωή.>> εκείνη πάγωσε στο πρώτο εκείνο λεπτό που τηρήθηκε μια συμφωνία σιγής << Όχι όχι εγώ φεύγω και δεν είμαι αξιόπιστο άτομο ήταν μοναδικά διότι ήταν μόνο δέκα μέρες δεν θα διαλυθείς για εμένα σε παρακαλώ. Δεν θέλω πρέπει να γυρίσεις εκεί όπου ανήκεις.Και σήμερα είναι το σημείο όπου όλο αυτό λήγει μεθαύριο τα χαράματα γυρνάω πίσω και δεν θέλω να ξαναμιλήσουμε μέχρι τότε και από εκεί και πέρα. >> ειπε καθώς πλήγωνε τον εαυτό της βαθύτερα από ότι μπορούσε...<<Μα σ'αγαπαω>> << Εγώ όχι>> είπε κα έφυγε έπρεπε να τον πληγώσει για να μην την αναζητήσει..... και δεν την αναζήτησε ή τελευταία μέρα πέρασε με την απόλυτη σιωπή από εκείνον.....
5.
4 το χάραμα ήταν όλα έτοιμα μια βαλίτσα τα κομμάτια της και ένα ταξί να περιμένει κάτω, τα σκαλιά την  βούλιαζαν την ρουφούσαν η λογική της την ξεκινούσε ξανά και ξανά στο πλατύσκαλο την περίμενε εκείνος, δηλαδή ότι είχε απομείνει από εκείνον ένας νεκρός ζωντανός την αγκάλιασε την έσφιξε,<<Μην φύγεις μην φύγεις απο εδώ σε παρακαλώ μην φεύγεις>> << Ασε με σε παρακαλώ  άσε με κορνάρει το ταξί πρέπει να φύγω>> εκείνος κατερευσε στα πόδια της  φιλώντας την με αναφιλητά να μείνει  εκείνη με όλη της την ψυχραιμία σήκωσε εκείνον από το πάτωμα τον φίλησε γλυκά << Και εγώ Σ'αγαπω>> είπε και έτρεξε στο ταξί  τον διέταξε να τρέξει να μην τους προλάβει  ένας άντρας έτρεχε πίσω τους λίγα μέτρα χωματόδρομος και ο καθρέφτης έδειχνε έναν άντρα πεσμένο στα γόνατα εναν άντρα κομμάτια ,  εκείνη δεν ξανακοίταξε και ξέσπασε σε κλάματα ......

Αυτή ήταν και η τελευταία φόρα που ειδώθηκαν... έφτιαξαν τις ζωές τους,πάντα όμως που και που ρίχνανε ματιές στο παρελθόν....
<<δεν θα σε ξεχάσω πότε >> μονολογούσαν


Αφιερωμένο σε έναν πολύ ξεχωριστό άνθρωπο....που δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει μέσα μου
.

2 σχόλια:

Creep είπε...

Καταπληκτική ιστορία.
Παραμυθένια... με μάγεψε.
Τις καλύτερες ευχές μου Συκάκι...

sykaki είπε...

creep μου σε ευχαριστώ......
να σαι καλά

τα παραμύθια μου.. χωρίς τέλος...


Γ.Σ.